Παιδιά με Νοητική Καθυστέρηση
Στην ισχύουσα βιβλιογραφία τα παιδιά και τα άτομα με νοητική αναπηρία συνήθως καλούνται ως άτομα με νοητική καθυστέρηση, νοητική ανεπάρκεια ή νοητική στέρηση, κ.α. Η ύπαρξη των πολλών προσδιορισμών οφείλεται στην αποφυγή μειωτικών χαρακτηρισμών. Για να αποδοθεί ο πιο αποδεκτός ορισμός της νοητικής καθυστέρησης, αναπτύχθηκαν πολλοί άλλοι ορισμοί που σημείωναν την έλλειψη στο νοητικό δυναμικό, τις δεξιότητες προσαρμογής και την εμφάνιση πριν τα 18 έτη του ατόμου.
Τα αίτια της Νοητικής Καθυστέρησης είναι γενετικά, περιγεννητικά, αίτια μετά τη γέννηση. Χαρακτηριστικά είναι οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες, οι γονιδιακές μεταλλάξεις, το σύνδρομο δυσπλασίας, ερυθρά, προωρότητα, τραυματισμοί, μολύνσεις, μηνιγγίτιδα, κ.α.
Η διάγνωση πραγματοποιείται με ιατρικές εξετάσεις, ομοίως και με διερεύνηση του ιστορικού της οικογένειας και του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Ορισμός
Ο ορισμός που διατυπώθηκε από τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Νοητικής Καθυστέρησης, περιλαμβάνει την κάτω του μέσου όρου (με βάση σταθμισμένα τεστ νοημοσύνης, όπου Δ.Ν. >=70) γενική νοητική ικανότητα, η οποία ενυπάρχει με ανεπάρκεια – αδυναμία στην ανταπόκριση των απαιτήσεων του περιβάλλοντος είτε του φυσικού, είτε του κοινωνικού κατά την αναπτυξιακή περίοδο του παιδιού.
Επίπεδα Νοητικής Καθυστέρησης
Τα επίπεδα της νοητικής καθυστέρησης ανάγονται στην ακόλουθη ταξινόμηση. Αρχικά έχουμε την ελαφριά μορφή, όπου ο δείκτης νοημοσύνης κυμαίνεται μεταξύ του 55-70. Η παρούσα κατηγορία αντιπροσωπεύει τα παιδιά που είναι εκπαιδεύσιμα. Στη συνέχεια, ακολουθεί, η μέτρια, με δείκτη νοημοσύνης 35-50. Σε αυτήν την κατηγορία τα άτομα είναι ασκήσιμα και μπορούν να κατακτήσουν βασικές σχολικές έννοιες και έννοιες αυτοεξυπηρέτησης και εργασίας. Και τέλος, έχουμε την βαριά μορφή νοητικής καθυστέρησης με δείκτη νοημοσύνης 35-20 και την βαρύτατη ή τους ιδιώτες με αντίστοιχο δείκτη νοημοσύνης κάτω του 20. Αυτές οι δύο κατηγορίες αποτελούν τις πιο βαριές περιπτώσεις των ατόμων με νοητική αναπηρία, τα οποία είναι αποκλειστικά εξαρτώμενα και μη αυτοεξυπηρετούμενα άτομα. Στη συνέχεια παρακάτω θα αναφερθούν συνοπτικά αυτές οι κατηγορίες ατόμων με νοητική καθυστέρηση.
Αρχικά, στην ελαφριά μορφή συναντούμαι το μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων με νοητική αναπηρία. Τα άτομα σε αυτήν την κατηγορία δεν διαφέρουν φυσιογνωμικά σε τίποτα από τα παιδιά της ηλικίας τους. Μπορούν να αποκτήσουν σχολικές γνώσεις και να ενταχθούν κοινωνικά και σχεδόν ανεξάρτητα μέσα στην κοινωνία στην οποία ζουν.
Μετέπειτα, στην μέτρια μορφή ανήκει το 10% του ποσοστού των ατόμων με νοητική αναπηρία. Τα άτομα σε αυτή την κατηγορία χρήζουν απαραίτητη ειδική εκπαιδευτική φροντίδα και μπορούν να ασκηθούν σε εκπαιδευτικό πλαίσιο μέχρι τις δυο πρώτες τάξεις του δημοτικού. Παράλληλα, ζουν σε ένα όχι και τόσο αυτόνομο περιβάλλον, αλλά έχουν την δυνατότητα να εργαστούν σε ένα ελεγχόμενο χώρο.
Τέλος, τα άτομα που ανήκουν στην βαριά και βαρύτατη μορφή νοητικής καθυστέρησης θα λέγαμε ότι είναι τα άτομα που είναι τελείως εξαρτώμενα από τον περίγυρο τους, τόσο σε οικογενειακό όσο και σε εργασιακό χώρο. Η ανάπτυξη τους γλωσσική και κινητική είναι φτωχή και σε κάποιες περιπτώσεις ανύπαρκτη. Η συνεχής επίβλεψη και φροντίδα χαρακτηρίζει τις βαριές και τις βαρύτατες περιπτώσεις της νοητικής καθυστέρησης.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Πάντειο Πανεπιστήμιο (2007), Διαναπηρικός Οδηγός Επιμόρφωσης. Τμήμα Ψυχολογίας. Αθήνα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου