Πολλαπλές αναπηρίες ή βαριές
αναπηρίες και τυφλοκώφωση. Ο ορισμός που δίνεται για τα παιδιά με βαριές ή
πολλαπλές αναπηρίες είναι ο συνδυασμός των κρίσεων επιληψίας με τη σωματική
αναπηρία, ο συνδυασμός της απώλειας όρασης με την βαριά σωματική αναπηρία και
τη νοητική καθυστέρηση και τέλος ο συνδυασμός της νοητικής καθυστέρησης με τον
αυτισμό, όπως αναφέρει η Κορτασίδου (2005).
Σύμφωνα όμως με τους Sailor et all (1988), τα άτομα με βαριές – πολλαπλές αναπηρίες εμφανίζουν έναν συνδυασμό πολλαπλών δυσλειτουργιών είτε ψυχοκινητικών, είτε αισθητηριακών, είτε συμποριφορικών. Εμφανίζοντας δυσκολίες κινητικές, κοινωνικές και επικοινωνιακές και φτωχές αισθητηριακές, γνωστικές δεξιότητες, συνακόλουθα προβλήματα όρασης, ακοής, συμπεριφοράς, ιατρικά και φτωχή αυτοεκτίμηση, όπως επισημαίνει ο Mednick (2007)[1].Οι πολλαπλές αναπηρίες αναφέρονται και με την ονομασία ως τυφλοκώφωση. Με τον όρο τυφλοκώφωση μας έρχεται στο μυαλό πως αναφερόμαστε μεμονωμένα σε δύο κατηγορίες ατόμων, στα τυφλά και τα κωφά άτομα. Σύμφωνα με τον ορισμό που δόθηκε το 1954 στις ΗΠΑ, «Ένα παιδί είναι τυφλοκωφό, εάν ο συνδυασμός των αναπηριών το εμποδίζει να ωφεληθεί από τα σχολικά προγράμματα που απευθύνονται σε τυφλούς ή κωφούς μαθητές», ένας ορισμός που προκάλεσε έντονες συζητήσεις και την αρχή των επόμενων ορισμών για την τυφλοκώφωση.
Σήμερα, ο ορισμός που είναι κοινά αποδεκτός, είναι από την Σκανδιναβική Επιτροπή για την Αναπηρία (1980), είναι ο ακόλουθος, « Ένα άτομο είναι τυφλοκωφό όταν πάσχει από οπτικές και ακουστικές δυσκολίες σε μεγάλο βαθμό. Μερικά τυφλοκωφά άτομα είναι τελείως κωφά και τυφλά, ενώ άλλα πάλι, διαθέτουν περιορισμένη ακοή ή όραση. Όταν οι επιπτώσεις από τις οπτικές και ακουστικές δυσκολίες είναι εκτεταμένες, αυτό σημαίνει ότι ο τυφλοκωφός δεν μπορεί να επωφεληθεί αυτόματα από τις υπηρεσίες που παρέχονται σε άτομα με οπτική ή ακουστική αναπηρία. Σαν αποτέλεσμα η τυφλοκώφωση συνεπάγεται με τεράστιες δυσκολίες στους τομείς της μάθησης, της εκπαίδευσης, της εργασίας, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων και της πληροφόρησης» (Ορφανός, 2004). Η τυφλοκώφωση αποτελεί μια ξεχωριστή αναπηρία, που χρειάζεται ειδικούς μεθόδους επικοινωνίας και εξατομικευμένα προγράμματα για να μπορέσει το τυφλοκωφό παιδί να επικοινωνήσει και να δρα λειτουργικά στο περιβάλλον του. Τα τυφλοκωφά παιδιά εμφανίζουν ανομοιογένεια ως προς τις δυσκολίες που έχουν.
Σύμφωνα όμως με τους Sailor et all (1988), τα άτομα με βαριές – πολλαπλές αναπηρίες εμφανίζουν έναν συνδυασμό πολλαπλών δυσλειτουργιών είτε ψυχοκινητικών, είτε αισθητηριακών, είτε συμποριφορικών. Εμφανίζοντας δυσκολίες κινητικές, κοινωνικές και επικοινωνιακές και φτωχές αισθητηριακές, γνωστικές δεξιότητες, συνακόλουθα προβλήματα όρασης, ακοής, συμπεριφοράς, ιατρικά και φτωχή αυτοεκτίμηση, όπως επισημαίνει ο Mednick (2007)[1].Οι πολλαπλές αναπηρίες αναφέρονται και με την ονομασία ως τυφλοκώφωση. Με τον όρο τυφλοκώφωση μας έρχεται στο μυαλό πως αναφερόμαστε μεμονωμένα σε δύο κατηγορίες ατόμων, στα τυφλά και τα κωφά άτομα. Σύμφωνα με τον ορισμό που δόθηκε το 1954 στις ΗΠΑ, «Ένα παιδί είναι τυφλοκωφό, εάν ο συνδυασμός των αναπηριών το εμποδίζει να ωφεληθεί από τα σχολικά προγράμματα που απευθύνονται σε τυφλούς ή κωφούς μαθητές», ένας ορισμός που προκάλεσε έντονες συζητήσεις και την αρχή των επόμενων ορισμών για την τυφλοκώφωση.
Σήμερα, ο ορισμός που είναι κοινά αποδεκτός, είναι από την Σκανδιναβική Επιτροπή για την Αναπηρία (1980), είναι ο ακόλουθος, « Ένα άτομο είναι τυφλοκωφό όταν πάσχει από οπτικές και ακουστικές δυσκολίες σε μεγάλο βαθμό. Μερικά τυφλοκωφά άτομα είναι τελείως κωφά και τυφλά, ενώ άλλα πάλι, διαθέτουν περιορισμένη ακοή ή όραση. Όταν οι επιπτώσεις από τις οπτικές και ακουστικές δυσκολίες είναι εκτεταμένες, αυτό σημαίνει ότι ο τυφλοκωφός δεν μπορεί να επωφεληθεί αυτόματα από τις υπηρεσίες που παρέχονται σε άτομα με οπτική ή ακουστική αναπηρία. Σαν αποτέλεσμα η τυφλοκώφωση συνεπάγεται με τεράστιες δυσκολίες στους τομείς της μάθησης, της εκπαίδευσης, της εργασίας, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων και της πληροφόρησης» (Ορφανός, 2004). Η τυφλοκώφωση αποτελεί μια ξεχωριστή αναπηρία, που χρειάζεται ειδικούς μεθόδους επικοινωνίας και εξατομικευμένα προγράμματα για να μπορέσει το τυφλοκωφό παιδί να επικοινωνήσει και να δρα λειτουργικά στο περιβάλλον του. Τα τυφλοκωφά παιδιά εμφανίζουν ανομοιογένεια ως προς τις δυσκολίες που έχουν.
Αίτια – Συμπτώματα
Τα αίτια
της τυφλοκώφωσης είναι ο ιός της ερυθράς[2],
το σύνδρομο usher[3], η πρόωρη γέννηση, η εμφάνιση επιπλοκών κατά
τη γέννηση, η ασφυξία, το σύνδρομο charge[4], ο μεγαλοκυτταροϊός[5],
η μηνιγγίτιδα[6],
τα σύνδρομα Goldhar[7], Noonan[8], Cri du Chat[9], Pallister Killian[10] και του Οφθαλμού της Γάτας[11]. Τα συμπτώματα της
τυφλοκώφωσης είναι η υπερτονία βαριάς μορφής και επιληψία, ο υδροκεφαλισμός, η
στένωση της αναπνευστικής οδού, ο διαχωρισμός της υπερώας, οι καρδιακές
δυσλειτουργίες, η κήλη, τα σοβαρά προβλήματα στη λήψη τροφής. Τα αίτια και τα
συμπτώματα ανάγουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν όχι μόνο τα παιδιά, αλλά
και οι ειδικοί, τόσο στην επιλογή των εκπαιδευτικών μεθόδων, όσο και στην
πρόβλεψη για την ανάπτυξη του παιδιού. Τέλος,
η τυφλοκώφωση μπορεί να προκαλέσει κινητικές δυσλειτουργίες, διανοητικές
ανικανότητες και νευρολογικές δυσλειτουργίες.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τμήμα Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (εργασία), επιβλέπουσα καθηγήτρια Φωτιάδου Ελένη.
- Ορφανός Π.(2004). Οδηγός Εκπαιδευτικών σε Θέματα Τυφλοκώφωσης και προτεινόμενο αναλυτικό πρόγραμμα, για την ανάπτυξη της επικοινωνίας. Τμήμα Ειδικής Αγωγής. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα.
[1]
Τμήμα Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, ΑΠΘ.
[2]
Ο ιός της ερυθράς, ιογενής λοίμωξη – νόσος.
[3]
Σύνδρομο usher,είναι
μια σπάνια γενετική διαταραχή που αφορά μετάλλαξη σε ένα από τα 10 γονίδια.
[4]
Σύνδρομο charge,
επηρεάζει πολλές περιοχές του σώματος, προκαλεί ανωμαλίες στον οργανισμό, και
καθυστέρηση στην ανάπτυξη.
[5]
Μεγαλοκυτταροϊός, ιός που μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη στο έμβρυο.
[6]
Μηνυγγίτιδα, φλεγμονή των προστατευτικών μεμβράνων που περιβάλλουν το κεντρικό
νευρικό σύστημα.
[7]
Σύνδρομο Goldhar, συγγενής
ανωμαλία κατά τη γέννηση, η οποία εμφανίζει παραμορφώσεις του προσώπου.
[8]
Σύνδρομο Noonan,
αυτοσωματική συγγενή διαταραχή.
[9]
Σύνδρομο Cri du Chat,
γενετική διαταραχή η οποία πήρε το όνομα της από το τσιριχτό κλάμα των νεογνών
με την παρούσα διαταραχή, αλλιώς ονομάζεται «το κλάμα της γάτας».
[10]
Σύνδρομο Pallister – Killian, γενετική διαταραχή
λόγω ανωμαλίας του 12 χρωμοσώματος.
[11]
Σύνδρομο του οφθαλμού της Γάτας, γενετική ανωμαλία, που εμφανίζει το χρωμόσωμα
22, τρεις ή τέσσερις φορές αντί δύο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου